- αγριοβάλσαμο
- τοο άγριος δυόσμος κι ο άγριος βασιλικός.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
αγριοβάλσαμο — Κοινή ονομασία διαφόρων φυτών που είναι γνωστά με την επιστημονική ονομασία μίνθη η μακρόφυλλη, μίνθη η ιβυρίς κ.ά. Τα φυτά αυτά ανήκουν στην οικογένεια των λαμπιατών. Πιο γνωστό είναι το πρώτο, πόα ύψους 30 εκ. με ωραίο άρωμα, που είναι αυτοφυές … Dictionary of Greek